Χρειάζονται τα μελίσσια μας προστασία από το δριμύ ψύχος και τα χιόνια?
Είναι ένα ερώτημα που ακούγεται
συχνά, από νέους κυρίως μελισσοκόμους, που, τώρα το χειμώνα, διακατέχονται από
μια έντονη και διαρκή ανησυχία, για το πόσο μπορεί να κινδυνεύουν τα μελίσσια
μας από τις «ακραίες» καιρικές συνθήκες της εποχής.
Στο σημερινό μας άρθρο, θα προσεγγίσουμε το θέμα από όλες του τις πτυχές
και θα προσπαθήσουμε να το δούμε τόσο από την πλευρά του μελισσοκόμου,... όσο και
από την πλευρά της ίδιας της μέλισσας.
Πριν μπούμε στο θέμα, να θυμηθούμε
πως ο κάθε ζωντανός οργανισμός αυτού του πλανήτη, αποτελείται από κύτταρα, που
είναι η μικρότερη οργανωμένη και αυτοαναπαραγόμενη μονάδα ζωής που μπορούμε να
συναντήσουμε στη φύση. Το κάθε κύτταρο, για να μπορεί να λειτουργήσει σωστά και
να διατηρηθεί στη ζωή, χρειάζεται ενέργεια που του δίνουν οι ουσίες που αντλεί
από το περιβάλλον του, δια μέσου της πλασματικής μεμβράνης που διαθέτει. Ένα
μέρος αυτής της ενέργειας εμφανίζεται υπό μορφή θερμότητας, γιατί όπως κάθε
μορφή ζωής, για να υπάρξει πρέπει να διατηρήσει τη θερμοκρασία της μέσα σε
κάποια όρια.
Εμείς οι άνθρωποι, σαν πιο σύνθετοι οργανισμοί, όταν έρθει βαρυχειμωνιά
και τα πάντα σκεπαστούν από ένα παχύ πέπλο χιονιού, αντιμετωπίζουμε την όλη
κατάσταση φορώντας περισσότερα, πιο χοντρά και πιο ζεστά ρούχα. Σε πιο βαριές
καταστάσεις κλινόμαστε και στο σπίτι, ανάβουμε τζάκια, καλοριφέρ και σόμπες και
με το τρόπο αυτό αντιμετωπίζουμε το χοντρό κρύο και τις επιπτώσεις που αυτό προκαλεί
στις καθημερινές μας δραστηριότητες. Κάποιοι άλλοι οργανισμοί πάλι, προτιμούν
να κρύβονται σε ένα ασφαλές και προστατευμένο μέρος, να πέφτουν σε χειμερία
νάρκη και να παραμένουν έτσι μέχρις ότου περάσουν τα δύσκολα και ανοίξει ο
καιρός.
Οι δικές μας οι μέλισσες από την άλλη, έχουν ένα ακόμα πιο περίπλοκο
τρόπο να διατηρούν τη θερμοκρασία τους μέσα σε κάποια όρια, όχι η κάθε μια
ξεχωριστά, μα λειτουργώντας σαν ένα ενιαίο σύνολο, σαν ένας υπεροργανισμός –
αναφερόμαστε στο μελίσσι.
Το φαινόμενο αυτό η βιολογία το ονομάζει «ομοιόσταση» και ενώ είναι
προνόμιο της πιο εξελιγμένης ζωής, όπως είναι αυτή των θηλαστικών, τα μελίσσια
αποτελούν μια μοναδική εξαίρεση από όλα
τα άλλα έντομα και έχουν την δυνατότητα να διατηρούν την θερμοκρασία τους εντός
ορίων, μέσω αυτής της λειτουργίας.
Με ποιο τρόπο, όμως, το καταφέρνουν αυτό τα μελίσσια μας?
Κατ αρχάς, επιλέγοντας το κατάλληλο μέρος να εγκατασταθούνε. Αυτό στη
φύση είναι ή κάποια εσοχή- κοιλότητα ενός βράχου ή κάποια κουφάλα ενός δένδρου.
Οι χώροι αυτοί επιλέγονται από τις μέλισσες γιατί τους παρέχουν προστασία από
τους ανέμους, τις βροχές, τα χιόνια, το χαλάζι και τις βίαιες διακυμάνσεις της
θερμοκρασίας του περιβάλλοντος.
Στη συνέχεια σφραγίζουν με πρόπολη όσα
ανοίγματα θεωρούν περιττά και μικραίνουν την είσοδο της φωλιάς τους,
περιορίζοντας έτσι την κυκλοφορία του αέρα και επομένως, και τις θερμικές
απώλειες που προκαλεί αυτή. Κατόπιν χτίζουν τις κηρήθρες τους με τέτοιο τρόπο
ώστε ο θερμός αέρας να εγκλωβίζεται στο «ταβάνι» της φωλιάς τους. Αυτό το
πετυχαίνουν ξεκινώντας τη κατασκευή των φυσικών τους κηρήθρων από την οροφή της
φωλιάς τους σε ημιελλειπτική μορφή – σε μορφή γλώσσας.
Με το τρόπο αυτό και η ίδια η δομή των κελιών, μα και η παράλληλη διάταξη
των κηρήθρων, που όπως αναφέραμε ήδη, είναι προσκολλημένες στην οροφή,
εγκλωβίζουν τον ζεστό αέρα δημιουργώντας έτσι τις ιδανικές συνθήκες για να
σχηματιστεί η μελισσόσφερα.
Και στο σημείο αυτό φτάσαμε στο βασικότερο «όπλο» του μελισσιού, στην
προσπάθειά του να διατηρήσει τη θερμοκρασία του σε ελεγχόμενα όρια κατά τη
διάρκεια του χειμώνα, ανεξάρτητα από τις καιρικές συνθήκες που επικρατούν στο
περιβάλλον.
Όταν η θερμοκρασία του περιβάλλοντος αρχίσει να πέφτει κάτω από τους 18ο
C, οι μέλισσες αρχίζουν να
δημιουργούν μια μπάλα γύρω από το γόνο και τη μάνα τους – πλησιάζοντας η μια
την άλλη – που στην αρχή είναι χαλαρή και που όσο η θερμοκρασία πέφτει, τόσο
αυτή μικραίνει και σφίγγει. Από κάποιο σημείο και έπειτα, η μπάλα αυτή των
μελισσών αποκτά μεγάλη πυκνότητα και στο κέντρο της υπάρχουν μόνο κάποιοι μικροί διάδρομοι «κυκλοφοριακής ανάγκης», ενώ την περιφέρειά της την καλύπτουν μέλισσες με το
κεφάλι χωμένο στο κέντρο της μελισσόσφερας.
Ο φλοιός - όπως ονομάζεται - αυτός
της μελισσόσφερας, αποκτά και άλλα
επάλληλα στρώματα από περιφερειακές μέλισσες, αν οι συνθήκες το απαιτήσουν, αν
δηλαδή η θερμοκρασία κατέβει ακόμα περισσότερο. Αυτό φέρνει δυο αποτελέσματα:
Το ένα είναι πως αυξάνει κατά πολύ η θερμομόνωση της σφαίρας του μελισσιού, ενώ
το άλλο είναι πως μειώνεται η επιφάνεια ακτινοβολίας της. Τελική συνέπεια όλων
αυτών, είναι η απόλυτη σχεδόν θερμομόνωση, του κυρίου όγκου της μελισσόσφαιρας.
Με το τρόπο αυτό, η θερμική ενέργεια που παράγουν οι μέλισσες με την
κίνηση των μυών του θώρακός τους, που θεωρούνται σαν οι ιστοί με τον μεγαλύτερο
συντελεστή μεταβολισμού σε ολόκληρη τη φύση, προσφέρουν την απαραίτητη θερμική
ενέργεια για τη διατήρηση της θερμοκρασίας στη μελισσόσφαιρα, μέσα σε
προκαθορισμένα όρια, που μεταβάλλονται ανάλογα με τις περιστάσεις – εξωτερική
θερμοκρασία, ύπαρξη γόνου κλπ.. Την ενέργεια αυτή βέβαια την δίνει στις
μέλισσες η κατανάλωση-καύση του μελιού, που όμως οι μέλισσες την
εκμεταλλεύονται, όπως προαναφέραμε, με τον μεγαλύτερο δυνατό συντελεστή
απόδοσης.
Η λειτουργία της ομοιόστασης επιτρέπει στα μελίσσια να
καταφέρνουν να αντιμετωπίζουν με επιτυχία ακόμα και το πιο δριμύ ψύχος και να
επιβιώνουν σε εξαιρετικά ακραίες θερμοκρασίες που αγγίζουν ακόμα και τους -80ο
C, με την προϋπόθεση
πως έχουν επάρκεια τροφών – μελιού ή άλλης ισοδύναμης τροφής – στη «άμεση»
διάθεσή τους.
Αυτά όλα τα θαυμαστά που περιγράψαμε συμβαίνουν, στη φύση. Εκεί που τα μελίσσια ζουν, δουλεύουν και αναπτύσσονται
ελεύθερα, βασιζόμενα στις δικές τους δυνάμεις – μακριά από την ανθρώπινη
επιρροή!
Τι γίνεται όμως με τα
«οικόσιτα» σμήνη που είναι υποχρεωμένα να ζουν μέσα σε κατοικίες-κυψέλες που
έχουμε κατασκευάσει εμείς οι άνθρωποι, κυρίως για τη δική μας βολή?
Σε αυτή τη περίπτωση ο βιολογικός κύκλος των μελισσών δεν
μεταβάλετε, καθόλου! Εκείνο όμως που αλλάζει, είναι η προσπάθεια που πρέπει να
καταβάλουν οι μέλισσες για να προσαρμόσουν τη ζωή τους στα ανθρώπινα μέτρα και
σταθμά και στις διαφοροποιήσεις που αυτά έχουν επιφέρει στην «διαρρύθμιση» της
κατοικίας τους, αλλά και στην ποσότητα, μα και στην ποιότητα της τροφής τους.
Χρέος επομένως, του καθενός από εμάς, είναι να προσπαθούμε
να εξομοιώσουμε, όσο το δυνατόν περισσότερο, το «σύγχρονο-κυψέλες» περιβάλλον
των μελισσιών μας, με εκείνο το «πρωτόγονο-κουφάλες» των άγριων σμηνών!
Ακόμα πιο συγκεκριμένα και με βάση τα όσα προαναφέρουμε, θα
πρέπει να δημιουργήσουμε μια «σταθερή», προστατευμένη οροφή, στην κορυφή των
κηρήθρων. Τα παλιά – ευρωπαϊκού τύπου- καπάκια το πετύχαιναν αυτό, με το
εσωτερικό τους κάλυμμα. Τα νέου τύπου όμως «απλά» καπάκια δεν το κάνουν. Η
χρήση του κηρόπανου έρχεται να καλύψει – εν μέρη - αυτό το κενό. Από την άλλη τα καπάκια τύπου
Αυστραλίας που έχουν εσωτερική μόνωση, αποτελούν, αναμφισβήτητα, μια καλύτερη
προσέγγιση του προβλήματος.
Επ αυτού του θέματος τέλος, θα ήταν παράληψη να μην
αναφερθούμε στα καπάκι μεικτού τύπου «Προμελίς», που παρουσιάσαμε προ καιρού
από τις σελίδες αυτού του Blog.
Το καπάκι αυτό που συνδυάζει τα πλεονεκτήματα των δυο προηγούμενων τύπων –
Ευρωπαϊκού και Αυστραλίας – βρίσκεται στο στάδιο των δοκιμών και εφ όσον όλα
πάνε κατ ευχή, θα βγει στην παραγωγή από τον επόμενο χρόνο - ο αναγνώστης μπορεί να αναζητήσει εδώ το σχετικό άρθρο.
Σχετικά τώρα με το άλλο θέμα, εκείνο των αποθεμάτων τροφής,
όπως έχουμε γράψει επανειλημμένα και θα τονίσουμε για μια ακόμα φορά, δεν θα
πρέπει να φερόμαστε ληστρικά στα μελίσσια μας. Πρέπει να τους αφήνουμε αρκετό
φθινοπωρινό μέλι για τη διαχείμασή τους και η όποια τροφοδοσία τους κάνουμε να
είναι βοηθητική, να γίνεται με στερεή τροφή και -το κυριότερο – να τοποθετείται
μέσα σε συσκευασίες των δυο κιλών, πάνω στα πλαίσια – ακριβώς πάνω από την
μελισσόσφαιρα.
Η επιλογή αυτή, εκτός από την άμεση προσβασιμότητα στις
τροφές που προσφέρει στις μέλισσες, δημιουργεί και μια
θερμομονωτική-αφυγραντική οροφή στη μελισσόσφαιρα και δίνει ένα ακόμα
πλεονέκτημα στα μελίσσια μας.
Σχετικά τώρα με το χιόνι, που μερικές φορές καλύπτει
ολόκληρη τη κυψέλη και κλείνει τις εισόδους της, θα πρέπει να διαβεβαιώσουμε
τους νέους μελισσοκόμους πως σε καμιά περίπτωση δεν αποτελεί κίνδυνο για τα
μελίσσια μας και πως δεν πρέπει να αφαιρείτε από τα καπάκια των κυψελών, γιατί
αποτελεί ένα αποτελεσματικό μονωτικό, έναντι των πολύ χαμηλών θερμοκρασιών.
Δεν
θα πρέπει όμως να αφαιρείται ούτε και από τις πόρτες των κυψελών, γιατί υπάρχει
ο κίνδυνος, όταν βγει ήλιος μετά τη χιονόπτωση, οι ακτίνες του να κάνουν
αντανάκλαση πάνω στο χιόνι και να δημιουργήσουν εσφαλμένες εντυπώσεις
καλοκαιρίας στις μέλισσες.
Αυτό θα οδηγήσει πολλές από αυτές σε
«παρακινδυνευμένες» πτύσεις, μέσα σε ένα κρύο και εχθρικό περιβάλλον, με
αποτέλεσμα κάποιες να χαθούν. Εκείνο που έχουμε να κάνουμε μόνο, σε αυτή την
περίπτωση, είναι να δημιουργήσουμε ένα μικρό άνοιγμα στην άκρη της πόρτας,
για να διευκολυνθούν οι μέλισσες που έχουν άμεση «ανάγκη» να βγουν έξω.
Ανακεφαλαιώνοντας, να επισημάνουμε πως τα μελίσσια μας δεν
κινδυνεύουν καθόλου από τα χιόνια, έχουν τους τρόπους να προστατεύονται
αποτελεσματικά από το κρύο και δεν χρειάζονται από εμάς τίποτε άλλο, παρά μόνο
να κάνουμε τα αυτονόητα, έτσι όπως τα περιγράφουμε πιο πάνω....
Επιμέλεια: Μανόλης Δερματης, ερευνητής μελισσοκόμος, συγγραφέας του βιβλίου "Η Ιστορία Μιας Βασίλισσας"
0 Σχόλια
Για οποιαδήποτε ερώτηση πάνω στις αναρτήσεις μας , αφήστε ένα σχόλιο και εμείς με χαρά θα σας απαντήσουμε. Ορεινή Μέλισσα! Καλώς Ήρθατε!